01 Δεκεμβρίου 2012

ΤΗΝ ΝΥΧΤΑ ΟΙ ΤΟΙΧΟΙ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΜΙΛΟΥΝ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΑΠΟ ΑΛΛΟΥ





Αυτή η πόλη με φοβάται. Έχω δει το πραγματικό της πρόσωπο. Σαν πόρνη πεταμένη στον δρόμο, άρρωστη και ζητιάνα. Διαμερίσματα-κλουβιά, τα σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αστυνομοκρατούμενες ζωές, περιφρουρημένες και ταγμένες στην Επαγγελία του life style. Στα φανάρια των διασταυρώσεων σμίγουν οι μοναξιές. Ενάρετοι πολίτες που απουσιάζουν από τις ζωές τους, καθισμένοι μπροστά στον προγραμματισμό τους, στο δελτίο των 8. Πλαστικό χρήμα και αριστεροί διανοούμενοι, μεσίτες ελλαδεμπορίου, βαλτωμένα όνειρα, δανεικές επιθυμίες και βίζιτες του πρωτοσέλιδου. Το τρίπτυχο του δόγματος της ζωής τους: Θρανίο, καναπές, τάφος. Βαρέθηκα να παρακολουθώ να είμαστε αυτοί που διακινούμε τις άχρηστες πληροφορίες τους, που σερβίρουμε τα γεύματά τους, που χτίζουμε τα σπίτια τους, που στηρίζουμε το σάπιο οικοδόμημα που άλλοι διάλεξαν, ποτέ δεν μας ρώτησαν και ποτέ δεν θέλαμε πραγματικά.
Δουλεύεις, διασκεδάζεις και έχεις “ελεύθερο χρόνο” συγκεκριμένες ώρες. Αυτές που σου επιτρέπονται. Ζούμε τρέχοντας, χωρίς να ξέρουμε τι κυνηγάμε ή ποιος μας κυνηγάει. Δεν ρισκάρουμε, ζούμε στην ρουτίνα που μας διασφαλίζει πως είμαστε “κανονικοί”, “σωστοί”, “ήσυχοι”, νοικοκύρηδες, αλλά ποτέ ζωντανοί. Αρνούμαστε την ίδια μας την ζωή. Εγκλωβισμένοι σε καθημερινές υποχρεώσεις, ρόλους, σε καταπιεσμένα πάθη που μετατρέπονται σε μνησικακία. Μια απελπισμένη αναζήτηση χώρου για να ανασάνεις, για να έχεις τις δικές σου σκέψεις, που γίνεται νεύρωση. Είναι τυχαίο που τα ψυχοφάρμακα διατίθενται μαζικά; Άνθρωποι που γερνούν ανάμεσα σε άλλους ανθρώπους, σε άντρες και γυναίκες που είναι ξένοι στο παρόν, που επαναλαμβάνουν βλαβερές δραστηριότητες, άχρηστες συνήθειες και παθητικές συμπεριφορές που ορίζουν την ανικανότητά τους να ορίσουν την ίδια τους την ζωή. Οι κάτοικοι αυτής της πόλης μοιάζουν με κέρινα ομοιώματα, ανδρείκελα που περπατούν ανάμεσα σε κτίρια-σκιάχτρα, μια πόλη παρατημένη στο γκρίζο.
Η πόλη μοιάζει να μας κυνηγάει. Μια δυστοπία που καθρεφτίζει το άρρωστο υποσυνείδητό μας. Κάποια στιγμή θα φτάσει η στιγμή της ερήμωσης. Η πόλη θα πετάξει τον τεχνολογικό της εξωσκελετό και θα τον παρατήσει σε μια γωνιά, τραυματισμένη συναισθηματικά. Κάτω από τον νυχτερινό ουρανό στα ηλεκτρισμένα σοκάκια περιπλανιέμαι σε μια no man’ s land. Αυτή η πόλη με φοβάται. Έχω δει το πραγματικό της πρόσωπο. Και ξέρω τι φοβάται ο καθένας πιο πολύ να χάσει: Τις αλυσίδες του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου