Σελίδες

28 Σεπτεμβρίου 2012

Στο παιδί μου.

Ν.Α αλήθεια

Στο παιδί μου δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια

Και του μιλούσανε για Δράκους και για το πιστό σκυλί
Για τα ταξίδια της Πεντάμορφης και για τον άγριο λύκο

Μα στο παιδί δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια

Τώρα, τα βράδια, κάθομαι και του μιλώ
Λέω το σκύλο σκύλο, το λύκο λύκο, το σκοτάδι σκοτάδι,
Του δείχνω με το χέρι τους κακούς, του μαθαίνω
Ονόματα σαν προσευχές, του τραγουδώ τους νεκρούς μας.

Α, φτάνει πια! Πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά.

Από τη συλλογή Ο στόχος (1970) του Μανόλη Αναγνωστάκη





Στο παιδί σου άρεσαν ποτέ τα παραμύθια. Βλεπείς δε τα είχε ανάγκη. Όποιος αγαπάει και αγαπιέται, δεν έχει ανάγκη τα παραμύθια. Η ουσία τον προστατεύει περισσὀτερο από τα παραμύθια.

καλημέρα.

26 Σεπτεμβρίου 2012

Interrupted Lives



Ένα ντοκυμαντέρ για μιά από τις πολλές γωνιές του κοσμού που ηθελημμένα ή μη συνεχίζουμε να αγνοούμε. Πρόκειται για μια ιστορία καταπίεσης και ανελευθερίας. Το ντοκυμαντέρ εξετάζει τα δικαιώματα των φοιτητών στο Ιραν, οι οποιοί φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν ή εκτελέστηκαν επειδή εξέφρασαν ανοιχτά τις πολιτικές ή θρησκευτικές τους απόψεις στην επανάσταση του 1979.

25 Σεπτεμβρίου 2012

Εκεί που σταματά το κράτος, εκεί αρχίζει ο άνθρωπος, εκείνος που δεν είναι περιττός.

«Υπάρχουν ακόμη λαοί και αγέλες, όχι όμως σε μας, αδελφοί μου: σε μας υπάρχουν κράτη.
Κράτος; Τι είναι αυτό; Εντάξει λοιπόν! Ανοίξτε τώρα τα αφτιά σας, γιατί θα σας πω ό, τι έχω να σας πω για το θάνατο των λαών.
Κράτος λέγεται το πιο ψυχρό απ’ όλα τα ψυχρά τέρατα. Και ψυχρά επίσης ψεύδεται και τούτο το ψέμα βγαίνει σερνάμενο από το στόμα του: «εγώ, το κράτος, είμαι ο λαός».
Ψέμα είναι αυτό! Δημιουργοί ήταν εκείνοι που δημιούργησαν τους λαούς και που κρέμασαν μια πίστη και μια αγάπη πάνω από αυτούς: έτσι υπηρέτησαν τη ζωή.
Καταστροφείς είναι εκείνοι που στήνουν παγίδες για τους πολλούς και ονομάζονται κράτος: κρεμούν από πάνω τους ένα σπαθί κι εκατό ορέξεις.
Όπου υπάρχει ακόμη λαός, δεν καταλαβαίνει το κράτος και το μισεί σαν κακό μάτι και σαν αμαρτία απέναντι στα ήθη και τα δικαιώματα.
Αυτό το σημάδι σας δίνω! Κάθε λαός μιλά τη γλώσσα του σχετικά με το καλό και το κακό: ο γείτονάς του δεν την καταλαβαίνει. Η γλώσσα του, επινοήθηκε μέσα στα ήθη και στα δικαιώματα.
Αλλά το κράτος ψεύδεται σε όλες τις γλώσσες του καλού και του κακού· και ό,τι και να πει, ψεύδεται – και επίσης ό,τι έχει, το έχει κλέψει.
Όλα είναι ψεύτικα στο κράτος· με κλεμμένα δόντια δαγκώνει, το δαγκανιάρικο. Ψεύτικα είναι και τα σπλάχνα του.
Σύγχυση των γλωσσών του καλού και του κακού: αυτό το σημάδι σας δίνω ως σημάδι του κράτους. Αληθινά, τη θέληση για θάνατο δείχνει αυτό το σημάδι! Αληθινά, γνέφει στους κήρυκες του θανάτου!
Γεννιούνται υπερβολικά πολλοί άνθρωποι: για τους περιττούς εφευρέθηκε το κράτος;!
Δείτε πως τους προσελκύει, αυτούς τους υπερβολικά πολλούς! Πως τους καταβροχθίζει και τους μασά και τους ξαναμασά!
«Πάνω στη γη δεν υπάρχει τίποτε μεγαλύτερο από μένα: εγώ είμαι το δάχτυλο του θεού, αυτό που βάζει τάξη» – έτσι ουρλιάζει το τέρας. Και δεν πέφτουν στα γόνατα μόνο εκείνοι που έχουν μακριά αφτιά και κοντή όραση!
Αχ, και σε σας επίσης, μεγάλες ψυχές, ψιθυρίζει τα ζοφερά ψέματά του! Αχ, μαντεύει τις πλούσιες καρδιές, που πρόθυμα σπαταλιούνται!
Ναι ακόμη και σας σάς μαντεύει, νικητές του παλιού θεού! Κουραστήκατε στον αγώνα και τώρα η κούρασή σας υπηρετεί το νέο είδωλο!
Ήρωες και αξιοσέβαστους ανθρώπους θα ήθελε να έχει γύρω του το νέο είδωλο! Αρέσκεται να λιάζεται στο ηλιόφως των καλών συνειδήσεων – το ψυχρό τέρας!
Θέλει να σας τα δώσει όλα, αν εσείς το λατρέψετε, το νέο είδωλο: επίσης αγοράζει τη λάμψη της αρετής σας και το βλέμμα των περήφανων ματιών σας.
Θέλει να σας βάλει δόλωμα στους υπεράριθμους! Ναι, ένα διαβολικό τέχνασμα εφευρέθηκε εδώ, ένα άλογο του θανάτου, που βροντά κάτω από τα φανταχτερά στολίδια των θεϊκών τιμών.
Ναι είναι ένας θάνατος για τους πολλούς εφευρέθηκε εδώ, που καυχιέται που είναι η ζωή: αληθινά, μια εγκάρδια υπηρεσία στους κήρυκες του θανάτου!
Κράτος ονομάζω αυτό, όπου όλοι πίνουν δηλητήριο, καλοί και κακοί: κράτος, όπου όλοι χάνουν τον εαυτό τους, καλοί και κακοί: κράτος, όπου η αργή αυτοκτονία όλων – ονομάζεται «ζωή».
Δείτε λοιπόν αυτούς τους περιττούς! Κλέβουν τα έργα των εφευρετών και τους θησαυρούς των σοφών: πνευματική καλλιέργεια ονομάζουν την κλεψιά τους – κι όλα τα κάνουν αρρώστια και αποτυχία!
Δείτε λοιπόν αυτούς τους περιττούς! Άρρωστοι είναι πάντα, ξερνούν τη χολή τους και το ονομάζουν αυτό εφημερίδα. Κατασπαράζουν ο ένας τον άλλο και δεν μπορούν καν να τον χωνέψουν.
Δείτε λοιπόν αυτούς τους περιττούς! Πλούτη αποκτούν και όμως γίνονται όλο και πιο φτωχοί. Δύναμη θέλουν και προπαντός τον μοχλό της δύναμης, πολύ χρήμα – αυτοί οι ανίκανοι!
Δείτε πως σκαρφαλώνουν, αυτοί οι ευκίνητοι πίθηκοι! Σκαρφαλώνουν ο ένας πάνω στον άλλο κι έτσι παρασύρονται στη λάσπη και στο βυθό.
Όλοι θέλουν να ανεβούν στο θρόνο: αυτό είναι η τρέλα τους – λες και η ευτυχία κάθεται στο θρόνο! Συχνά κάθεται η λάσπη στο θρόνο – και επίσης συχνά ο θρόνος πάνω στη λάσπη.
Τρελοί είναι όλοι τους για μένα και πίθηκοι που σκαρφαλώνουν και υπερβολικά θερμόαιμοι. Άσχημα μου μυρίζει το είδωλό σας, το ψυχρό τέρας: άσχημα μου μυρίζουν όλοι αυτοί μαζί, οι ειδωλολάτρες.
Αδέλφια μου, θέλετε λοιπόν να πνιγείτε μέσα στις αναθυμιάσεις των στομάτων και των ορέξεών τους: καλύτερα να σπάσετε τα παράθυρα και να πηδήσετε έξω, στον καθαρό αέρα!
Απομακρυνθείτε λοιπόν από την άσχημη μυρωδιά! Μακριά από την ειδωλολατρία των περιττών!
Απομακρυνθείτε λοιπόν από την άσχημη μυρωδιά! Μακριά από τον αχνό αυτών των ανθρωποθυσιών!
Για τις μεγάλες ψυχές, η γη είναι ακόμα ελεύθερη. Άδειες είναι ακόμη πολλές θέσεις για ερημίτες, μόνους ή δυο δυο, τις οποίες περιβάλλει η μυρωδιά ήσυχων θαλασσών.
Για τις μεγάλες ψυχές, ελεύθερη είναι ακόμη μια ζωή. Αληθινά, όποιος κατέχει λίγα, κατέχεται εξίσου λίγο: ευλογημένη να είναι η μικρή φτώχεια!
Εκεί που σταματά το κράτος, εκεί αρχίζει ο άνθρωπος, εκείνος που δεν είναι περιττός: εκεί αρχίζει το τραγούδι του απαραίτητου, η μοναδική και αναντικατάστατη μελωδία.
Εκεί όπου σταματά το κράτος – κοιτάξτε λοιπόν, αδελφοί μου! Δεν τα βλέπετε, το ουράνιο τόξο και το γεφύρι του υπεράνθρωπου;»
Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα.

Ν.Α, Look for spirits source
Φρήντριχ Νίτσε, Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα.



Το κράτος ιδωμένο μέσα απο μια ασυνήθιστη για τους περισσότερους οπτική. Ένα τερατούργημα το οποίο ψεύδεται διαρκώς συγκαλύπτοντας τα ψέματά του μέσα από ένα φιλολαικό προσωπείο. Το κράτος είναι ο λαός και αντίστροφα. Άποψη τόσο άτοπη όσο και εξωφρενική, αναπόδεικτη και θεμελιωδώς εσφαλμένη. Ταυτοχρόνως όμως είναι η μόνη πηγή τροφοδότησης και συνάμα ύπαρξης αυτού του λαίμαργου και άπληστου - ανθρώπινου κατά τα άλλα δημιουργήματος-. Βρισκόμαστε για άλλη μιά φορά αντιμέτωποι με μια απο τις μεγαλύτερες πιθανώς αντιφάσεις της ανθρώπινης κοινωνίας όσο και ύπαρξης. Το τέρας δημιουργήθηκε από τα ίδια μας τα χέρια ή καλύτερα αν θελετε απο την υποτιθέμενη ευφυία μας και συντηρείται απο την ανανδρία μας. Ποιός ανόητος θα χαλούσε τη βολή του; Κανείς. Μοναχά εκείνος ο οποιός αποφάσισε να περάσει έκεινη την μνημειώδη και τρομακτική γέφυρα. Εκείνη τη γέφυρα που αποφεύγουμε αιώνες τώρα. Εκείνη τη γέφυρα που οδηγεί τον περιορισμένο άνθρωπο στον αστείρευτο υπεράνθρωπο. Αφήνουμε το αίμα να μας λούζει και τις ακαθαρσίες να μας σκεπάζουν ενώ απολαμβάνουμε ανενόχλητοι τη θέαση κάποιου φωτεινού κουτιού κατασκευασμένο για τη προσωπική μας ύπνωση ή κανούμε περιχαρείς το καθημερινό μας περίπατο αγοράζοντας ανθρώπινες σάρκες και πίνοντας ιδρώτα. Μα για τις μεγάλες ψυχές η ζωή είναι ακόμη ελεύθερη. Η παρωδία του κράτους έχει αντίκτυπο μόνο σε όσους τελικά την δέχονται . Αν κοιτάξεις προσεχτικά μέσα απο τα δικά σου μάτια και όχι απο τα μάτια που σχεδίασαν εκείνοι για σένα, θα αναγνωρίσεις εκείνη τη γλυκιά γραμμή του ορίζοντα που είχες παραμερίσει τόσο καιρό και κάπου εκεί ίσως αντικρίσεις τον υπεράνθρωπο μπορεί ακόμα να συναντήσεις τον Ζαρατούστρα. Τότε όλη ή πλάνη που ζωγράφισαν με τα πιο αταίριαστα χρώματα θα διαλυθεί και η αρμονία θα πάρει τη θέση της. Μα θυμίσου δεν έχεις δικαίωμα να κατήγορείς κάνέναν άλλο γιατί το τέρας μόνο όσο το τρέφεις μπορεί και υπάρχει.

24 Σεπτεμβρίου 2012

Ο καβαλάρης του ουρανού.



Τα χρόνια που περάσανε σ' αφήσανε πληγές
κουβάλαγες το τώρα σου και σ' άλλες εποχές
ενώθηκες σαν τίποτα με τον ωκεανό
και γνώρισες τ' απέραντο στον άλλο εαυτό.




γιατί τα όνειρα δε σταματούν πότε όταν συνοδεύονται από πίστη και τόλμη, όσο σκληρά και αν τα αντιμάχονται οι αδαείς.

και χρησιμοποιώ τη λέξη πίστη γιατί τα όνειρα αμφιταλαντεύονται πάντα ανάμεσα στη λογική και το μεταφυσικό μα πάντα το μεταφυσικό υπερνικάει καθώς τα όνειρα οφειλούν να ξεπερνούν τη περιορισμένη διανόηση μας και να στερούνται μορφικής υπόστασης, διαφορετικά παραμένουν μοναχά απομιμήσεις της υπάρχουσας πραγματικότητας και τίποτα παραπάνω.

οι καβαλάρηδες όμως γνωρίζουν πώς να ταξιδεύουν με τα όνειρά τους και αφήνονται ολόκληροι στον απέραντο ωκεανό.

23 Σεπτεμβρίου 2012

Η πτήση για τη χαρά της πτήσης...


Ἕνα ἐπαναστατικὸ παραμύθι

«Ἀπὸ μία ἄποψη», εἶπε ἕνας κριτικός της Νέας Ὑόρκης, «αὐτὸς ὁ Ἰωνάθαν εἶναι ἕνα πελώριο μαρξιστικὸ παραμύθι». Τὸ ζήτημα εἶναι ὅμως πῶς ξυπνᾷς ὕστερα ἀπὸ ἕνα τέτοιο παραμύθι. Κατὰ τοὺς φίλους τοῦ Μπάχ, πιὸ ὥριμος. Κατὰ τοὺς ἐχθρούς του, πιὸ συνεπαρμένος —καὶ ἴσως ἐπικίνδυνος. Γιατί ἄραγε ἀρνοῦνταν ὅλοι οἱ ἐκδότες τῆς Ἀμερικῆς ν᾿ ἀναλάβουν αὐτὸ τὸ βιβλίο ἐπὶ τρία χρόνια; «Δὲν μπορῶ νὰ καταλάβω», εἶπε ἕνας ἀπ᾿ αὐτούς, «ἂν εἶναι γιὰ παιδιὰ ἢ γιὰ μεγάλους».
Σὰν τὶς παράξενες πολύχρωμες πινακίδες τῶν ψυχοτέστ, ὁ γλάρος Ἰωνάθαν παίρνει ἄλλη μορφή, ἀνάλογα μὲ τὸν κάθε ἀναγνώστη. Ἡ ἐπιτυχία του ὅμως ὀφείλεται στὴν ἁπλότητα τοῦ μύθου καὶ τῆς ἀφήγησης. «Δὲν ξέρω τί ἤθελα νὰ πῶ μὲ τὸν Ἰωνάθαν», παραδέχτηκε ὁ Μπάχ. «Τὴν ὥρα ποὺ τὸν ἔγραφα, τὸ χέρι μου πήγαινε μόνο του. Λὲς καὶ τὸ ἔσπρωχνε κάποιος ἄλλος. Ὅταν τὸ λέω αὐτό, μὲ ἀποκαλοῦν τρελό».
Ἴσως ὅμως οἱ ὄμορφες ἱστορίες νὰ μὴ γράφονται παρὰ μόνον ἔτσι: Ἀπὸ ἕνα χέρι ποὺ τρέχει σὰν τρελὸ πάνω ἀτὸ χαρτί, ἀποτυπώνοντας σκέψεις ἁπλές, στοιχειώδεις, χωρὶς φραστικὰ πυροτεχνήματα, χωρὶς ἀκροβασίες, ἀλλὰ μὲ ἕνα περίεργο «βάθος».

Ἢ... ὕψος;

Γιατὶ αὐτὸ τὸ «ἀναρχικὸ παραμύθι» διαδραματίζεται στὰ ὕψη! Παίζεται σ᾿ ἕνα ἐπίπεδο πολὺ πιὸ πάνω ἀπ᾿ τὸ καθημερινό, κι ὅμως πολὺ πιὸ σίγουρο, πιὸ σταθερὸ καὶ αἰώνιο. Ἔχει νὰ κάνει, ἀσφαλῶς, μὲ τὶς δονήσεις μιᾶς χορδῆς, τεντωμένης ἀπ᾿ τὴ μιὰ ἄκρη τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς ὡς τὴν ἄλλη. Κι ἂν γεννάει ἐρωτήματα, ἀμφιβολίες, καχυποψία στὸν πραγματιστὴ ἀναγνώστη, μαγεύει ὅμως τὸν νοῦ, καὶ ἠλεκτρίζει τὴ φαντασία... Κάτι τέτοιο, περίπου, εἶναι ὁ γλάρος Ἰωνάθαν

...κάποια μέρα, Ιωνάθαν Λίβινγκστον Γλάρε, θα μάθεις πως η ανευθυνότητα δεν αποδίδει. Η ζωή είναι το άγνωστο κι αυτό που παραμένει άγνωστο· 
ένα μόνο είναι γνωστό: πως ερχόμαστε στον κόσμο τούτο για να τρώμε, για να παραμείνουμε ζωντανοί όσο μπορούμε περισσότερο».


«Ανευθυνότητα; Αδέλφια μου!» φώναξε. «Ποιός είναι πιο υπεύθυνος από το γλάρο που ανακαλύπτει κι ακολουθεί ένα νόημα, έναν ανώτερο σκοπό στη ζωή; για χίλια χρόνια τσαλαβουτούμε ψάχνοντας να βρούμε ψαροκεφαλές, αλλά τώρα έχουμε ένα σκοπό στη ζωή - να μάθουμε, να ανακαλύψουμε, να 'μαστε λεύτεροι! Δώστε μου μια ευκαιρία μόνο, αφήστε με να σας δείξω τι ανακάλυψα...».
Το Σμήνος θαρρείς πως ήταν πέτρινο.
«Δεν ανήκεις πια στην Αδελφότητα» φώναξαν όλα μαζί, και μονομιάς έκλεισαν τ' αυτιά τους και του γύρισαν τις πλάτες.



Ο Ιωνάθαν Γλάρος πέρασε τις υπόλοιπες του μέρες μόνος, αλλά πέταξε μακριά, πιο μακριά από τους Πέρα Βράχους. Ήταν θλιμμένος όχι από μοναξιά, αλλά γιατί οι γλάροι αρνήθηκαν να πιστέψουν στο μεγαλείο της πτήσης που τους περίμενε· αρνήθηκαν ν’ ανοίξουν τα μάτια τους καί να δουν.
Κάθε μέρα μάθαινε περισσότερα
Οτι είχε κάποτε ελπίσει να προσφέρει στο Σμήνος το κέρδιζε τώρα μόνο για τον εαυτό του· έμαθε να πετάει, και δε μετάνιωσε για το τίμημα που χρειάστηκε να πληρώσει. Ο Ιωνάθαν Λίβινγκστον Γλάρος ανακάλυψε πως η πλήξη κι ο φόβος κι ο θυμός είναι η αιτία που η ζωή ενός γλάρου είναι τόσο σύντομη, κι όταν αυτά χάθηκαν από τη σκέψη του, έζησε μια πραγματικά μακριά κι ευχάριστη ζωή.


«Χάνεις τὸν καιρό σου μαζί μου, Ιωνάθαν. Είμαι χαζός! Είμαι βλάκας! Δοκιμάζω και ξαναδοκιμάζω, αλλά δεν θα τα καταφέρω ποτέ!».
Ο Ιωνάθαν Γλάρος τον κοίταξε από ψηλά και κούνησε το κεφάλι του. «Να ‘σαι βέβαιος! Δε θα τα καταφέρεις ποτέ όταν κόβεις τόσο απότομα. Έχασες σαράντα μίλια στο ξεκίνημα, Φλέτς! Πρέπει να πηγαίνεις μαλακά! Σταθερά αλλά μαλακά, μη το ξεχνάς!».
Αφέθηκε να πέσει στο ύψος του νεώτερου γλάρου. «Ας το δοκιμάσουμε τώρα μαζί, στο σχηματισμό. Και πρόσεξε τη στροφή προς τα πάνω. Να την αρχίσεις μαλακά, με άνεση». Σε τρείς μήνες ο Ιωνάθαν είχε άλλους έξη μαθητές. Όλοι τους Απόβλητοι, αλλά και γεμάτοι περιέργεια γι αυτήν την παράξενη καινούργια ιδέα: η πτήση για τη χαρά της πτήσης.
Κι ωστόσο, τους ήταν πιο εύκολο να ασκούνται σε δύσκολες επιδόσεις παρά να καταλαβαίνουν το σκοπό που κρυβόταν πίσω από το πέταγμα. «Ο καθένας μας είναι, στ’ αλήθεια, μια ιδέα του Μεγάλου Γλάρου, μια απεριόριστη ιδέα λευτεριάς», τους έλεγε ο Ιωνάθαν, τα απογεύματα στην παραλία «και η πτήση με απόλυτη ακρίβεια είναι ένα βήμα για να πλησιάσουμε την έκφραση της πραγματικής μας φύσης. Κάθε τί που μας περιορίζει πρέπει να το αποβάλουμε. Κι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι ασκήσεις σε μεγάλη ταχύτητα, σε μικρή ταχύτητα, και οι ακροβασίες...».
«Όλο σας το σώμα, από την άκρη της μιας φτερούγας σας στην άλλη», τους έλεγε άλλοτε πάλι ο Ιωνάθαν, «δεν είναι παρά η ίδια σας η σκέψη, σ’ ένα σχήμα που σας είναι ορατό. Σπάστε τα δεσμά της σκέψης σας, και τότε, ταυτόχρονα, θα σπάσετε τα δεσμά του σώματός σας...».
«Ο μόνος αληθινός νόμος είναι ο νόμος που οδηγεί στη λευτεριά», είπε ο Ιωνάθαν. «Άλλος νόμος δεν υπάρχει».


-

 «Ιωνάθαν, θυμάσαι τί είπες πριν από καιρό, ν’ αγαπάμε το Σμήνος τόσο ώστε να γυρνάμε πίσω για να το βοηθήσουμε να μάθει;»
«Βέβαια».
«Δεν μπορώ να καταλάβω πώς κατορθώνεις ν’ αγαπάς έναν όχλο από πουλιά που προσπάθησαν πριν από λίγο να σε σκοτώσουν».
«Ὤ! Φλέτς, δεν τ’ αγαπάς αυτό! Δεν αγαπάς, φυσικά, το μίσος και την κακία. Πρέπει ν’ ασκηθείς και να βλέπεις τὸν πραγματικά γλάρο, την καλοσύνη μέσα στον καθένα τους, και να τούς βοηθήσεις να την δουν κι οι ίδιοι. Αυτό εννοώ όταν λέω Αγάπη. Είναι μεγάλο κέφι, όταν βρεις το κόλπο για να το πετύχεις.


Ρίτσαρντ Μπάχ - Ὁ Γλάρος Ἰωνάθαν



Μπορούν αλήθεια αυτές οι αράδες να ζωντανέψουν και να παρούν τη θέση της τωρινής παρακμής; Γιατί δε ξυπνάμε το γλάρο που ναρκώσαμε κάποτε και θάψαμε βαθιά μέσα μας; Μιά πρόκληση είναι μόνο, που ίσως οδηγήσει στην αυριανή ουτοπία.


στον επιβάτη που τολμήσε να ταξιδέψει.





22 Σεπτεμβρίου 2012

Κάποτε πίστεψαν...



Ν.Α

Κάποτε πίστεψαν πως τα κατάφεραν 
Κάποτε πίστεψαν πως νικηθήκαμε 
Κάποτε πίστεψαν πως χαθήκαμε 
Όμως γελαστήκανε και κλειστήκανε στα δικά τους τα δεσμά 
αυτά της αδικίας και της απανθρωπιάς 
δεν θέλουμε να ζούμε έτσι
δεν θέλουμε πια να συμφωνούμε στην αλλοτρίωση μας
Θέλουμε να αγωνιστούμε για τα δικαιώματα μας
για την ζωή που εμείς θέλουμε και ζητάμε 
ακόμα και αν όλο αυτό είναι μοναχά ένα όνειρο 
μια ανείπωτη ουτοπία, ακόμα και αν φαντάζει τρέλα
αγωνιζόμαστε 
διότι δεν αρκούμαστε πια στην ζωή που στήσατε για μας
δεν αρκούμαστε σε αυτή τη σαθρή κοινωνία 
και στην ψεύτικη ευτυχία που μας προστάζετε να νιώθουμε 
αφού μπορούμε και διεκδικούμε 
αφού μπορούμε και αγωνιζόμαστε 
αφού μπορούμε ακόμα να ονειρευτούμε 
τίποτα δεν είναι μάταιο 
μόνο ο καιρός θα δειξει ποιος θα είναι πιο δυνατός
εμείς ταζόμαστε μοναχά πρόσφυγες για να μπορέσουμε επιτέλους 
να ονειρευτούμε και να ζήσουμε απαλλαγμένοι από 
σύνορα, κράτη, χρήματα και δογματικές ιδεολογίες,
από θρησκεία και διακρίσεις 
για να μπορέσουμε επιτέλους να είμαστε ελεύθεροι
γιατί όσο και αν προσπαθήσετε το πνεύμα μας δεν φυλακίζεται 
πάντα θα ταξιδεύει και ας παίρνει δρόμους δύσκολους 
και ας παίρνει δρόμους δύσβατους 
ποτέ δεν ησυχάζει 


                                                                              

Ξεκινάω

                         Ν.Α
ξεκινάω
επιτέλους ξυπνάω
τριγυρνάω σε μια Αθήνα
ξένη πια στα ξεχασμένα μου μάτια
ξυπνάω αλλά νομίζω πως
ακόμα πλανώμαι
βλέπεις τα τρομαγμένα πρόσωπα βρίσκονται ακόμα
εκεί

τα μικρά παιδιά θυμίζουν κατάκοπους
γέρους
πρόσωπα χλωμά νέοι απελπισμένοι
και μια χώρα που ξέχασε να καταρεύσει
ξεκινάω
επιτέλους ξυπνάω ξανά
ξυπνάω αλλά νομίζω πως ακόμα κοιμάμαι
βλέπεις βρίσκομαι ακόμα να περπατάω σε εκείνο τον
εγωκεντρικό κύκλο από τον οποίο νόμιζα ότι δεν
θα ξεφύγω ποτέ, εκείνη η αμήχανη σιωπή μου προκαλεί ακόμα ρίγη

ξεκινάω
επιτέλους ξυπνάω
τώρα νομίζω πως ξύπνησα
όμως κάτι με κρατά ακόμα πίσω
είναι εκείνη η ταυτότητα
εκείνη η τρομακτική ταυτότητα που
μου έδωσαν όταν θεώρησαν πως γεννήθηκα
Έλληνας, Χ.Ο

περιοριστήκαμε σε μια γη και αναγκαστήκαμε να προστατεύουμε αυτήν
και όχι τους άλλους
χάσαμε τους εαυτούς μας αλλά
αρνηθήκαμε να χάσουμε την αστυνομική μας ταυτότητα
βαρέθηκα πια

ξυπναω
επιτέλους ξυπναω
τώρα πλέον ξυπναω
δεν ακούω πια υπερτροφικές κουβέντες
δεν βλέπω πια τα ναζιστικά φαντάσματα
που κάποτε στοίχειωναν την Βασιλίσσης Σοφίας
τα τείχη έπεσαν

σταματώ
επιτέλους ξύπνησα
αποφάσισα να ζήσω
ήταν τελικά επιλογή μου


σταματάω
και τα όνειρα μου με ξεπερνάνε
όσο υπάρχουν μπορώ και μιλαω
δεν θέλω να κοιμηθώ ξανά.

Το σκάκι



Ν.Α
Έλα να παίξουμε 
Θα σου χαρίσω τη βασίλισσά μου 
Ήταν για μένα μια φορά η αγαπημένη 
Τώρα δεν έχω πια αγαπημένη 

Θα σου χαρίσω τους πύργους μου 
Τώρα πια δεν πυροβολώ τους φίλους μου 
Έχουν πεθάνει από καιρό πριν από μενα 

Έλα να παίξουμε 
Κι ο βασιλιάς αυτός δεν ήτανε ποτέ δικός μου 
Κι ύστερα τόσους στρατιώτες τι τους θέλω; 
Τραβάνε μπρος σκυφτοί δίχως καν όνειρα 

Όλα, όλα και τ΄άλογά μου θα στα δώσω 
Όλα, όλα και τ΄άλογά μου θα στα δώσω 
Μονάχα ετούτο το τρελλό μου θα κρατήσω 
που ξέρει μόνο σ΄ένα χρώμα να πηγαίνει 
δρασκελώντας την μιαν άκρη ως την άλλη 
γελώντας μπρος τις τόσες πανοπλίες σου 
μπαίνοντας μέσα στις γραμμές σου ξαφνικά 

αναστατώνοντας τις στέρεες παρατάξεις

Αναγνωστάκης Μανώλης, Η συνέχεια (1954)

Ν.Α




Μονάχα το τρελλό μας να κρατήσουμε, εκείνος δε γνωρίζει τίποτα για τη βία και τους πολέμους. Αδιαφορεί για όλους μας. Εμάς που πουλήσαμε την ψυχή μας στο κράτος και αποφασίσαμε πως κανένας άλλος εκτός απο το μικρόψυχο ευατό μας δεν έχει αξία. Εμείς που αποφασίσαμε να υπερετήσουμε το κράτος ακολουθώντας δίχως άλλο τους σαδιστικούς του μηχανισμούς. Δεχτήκαμε την ύπαρξη του προβατοποιείου -όπως το αποκάλεσε κάποιος κάποτε- και φορτωθήκαμε με όπλα για να υπερασπιστούμε μια μέρα τη πατρίδα μας. Αλήθεια ποιά είναι η πατρίδα μας; Συμφωνήσαμε να σκοτώσουμε ανθρώπους μόνο και μόνο γιατί κάποιος όρισε τα σύνορα -εκείνο το συρματόπλεγμα που κρατάει τους ανθρώπους σε απόσταση- ποιό σημαντικά απο μια ανθρώπινη ύπαρξη. Βλέπεις όλοι μαζί είμαστε ποιό επικίνδυνοι, αλλά για κάποιο ανεξήγητο σε έμενα λόγο έμεις οι ίδιοι θέλουμε να είμαστε χώρια. 
Ανακαλύψτε μόνοι σας τον παραλογισμό μας!

Ο τρελλός γελάει μπρόστα στις πανοπλίες και αναταράσσει τα καθιερώμενα γιατί αυτός δε φοβάται τις συνέπειες...

21 Σεπτεμβρίου 2012

Όταν...


                       
Όταν ακούω να μιλάν για τον καιρό

όταν ακούω να μιλάνε για τον πόλεμο

Ν.Α
όταν ακούω σήμερα το Αιγαίο να γίνεται ποίηση

να πλημμυρίζει τα σαλόνια
όταν ακούω να υποψιάζονται τις ιδέες μου
να τις ταχτοποιούν σε μια θυρίδα
όταν ακούω σένα να μιλάς
εγώ πάντα σωπαίνω.
Όταν ακούω κάποτε στα βέβαια αυτιά μου
ήχους παράξενους ψίθυρους μακρινούς
όταν ακούω σάλπιγγες και θούρια
λόγους ατέλειωτους ύμνους και κρότους
όταν ακούω να μιλούν για την ελευθερία
για νόμους ευαγγέλια για μια ζωή με τάξη
όταν ακούω να γελούν
όταν ακούω πάλι να μιλούν
εγώ πάντα σωπαίνω.
Μα κάποτε που η κρύα σιωπή θα περιβρέχει τη γη
κάποτε που θα στερέψουν οι άσημες φλυαρίες
θ' ανοίξω το στόμα μου
θα γεμίσουν οι κήποι με καταρράχτες
στις ίδιες βρώμικες αυλές τα οπλοστάσια
οι νέοι έξαλλοι θ' ακολουθούν με στίχους χωρίς ύμνους
ούτε υποταγή στην τρομερή εξουσία.
Πάλι σας δίνω όραμα.


Μιχάλης Κατσαρός
από τη συλλογή Κατά Σαδδουκαίων


Ίσως τελικά μονό αυτό να χρειαζόμαστε.Ίσως η μόνη λύση να είναι η σιωπή. Εκείνη η σιωπή που μόνο λίγοι μπορούν να αντέξουν. Είναι εκείνοι βλέπεις που δε βιάζονται. Είναι εκείνοι που βαδίζουν αργά και αδιαφορούν για τις έτοιμες απαντήσεις, εκείνες τις έτοιμες αλήθειες που δανείζει η κοινώνια στα παιχνίδια της και βλέποντάς τα να βαυκαλίζονται, καθώς θαρρούν πως η αλήθεια τους ανήκει, τα χαιρέκακα γέλια της την πνίγουν μα εκείνη συνεχίζει . 

Ίσως η σιωπή να είναι η μόνη αντίσταση μέχρι τα ανόητα παιχνίδια να απογαλακτιστούν και να αποκοπούν απο αυτή τη δολοφονικη αγκαλιά που μόνο εκείνη η αγκαλιά της Μήδειας μπορεί να την ανταγωνιστεί. Και ίσως κάποια μέρα να ζώγραφίσουμε εκείνη την ουτοπία που αναζητάμε.