26 Μαρτίου 2013

το πείραμα μιας ψεύτικης ευτυχίας


῍῍῍

᾽᾽Κάτω απ’ το μαξιλάρι
είναι ένα βαθύ πηγάδι
που μέσα κατοικούν
οι ψυχές που σ’ αγαπούν.᾽᾽








 ποτέ δε χρειάστηκες τίποτα!
μα αγόραζες τα πάντα.
 

είχες τα πάντα στο κλουβί σου.
είχες ότι πιο διεστραμμένο δημιούργησε ποτέ ο ανθρώπινος νους.

είχες τριακόσιες νομίζω.
ναι βέβαια! τριακόσιες διαφορετικές συσκευές για την ίδια ή παρεμφερή χρήση.
είχες τριάντα , ναι τριάντα πρέπει να ήταν
τριάντα διαφορετικά είδη παντελονιών,
των οποίων τα υφάσματα μη με ρωτάς.
δε ξέρω να ονομάσω!
είχες δεκατρείς διαφορετικές τσάντες,
σε δεκατρία διαφορετικά χρώματα και δεκατρείς διαφορετικές ποιότητες.
πρέπει να είσαι προετοιμασμένος για κάθε είδους κοινωνική εμφάνιση .
-σκέφτεσαι-
έχεις στη κουζίνα σου, στα καλοφτιαγμένα ντουλάπια σου τρία διαφορετικά είδη μακαρονιών.
-ολικής αλέσεως, φρέσκα και τα ταπεινά γνωστά στους κοινούς θνητούς λεύκα-
έχεις τρεις διαφορετικές θήκες για το καινούργιο σου κινητό,
μια γρατζουνιά μπορεί να αποβεί μοιραία στην εικόνα σου.

έχεις ένα τηλεχειριστήριο για κάθε ηλεκτρονική συσκευή που βρίσκεται στο κλουβί σου.
-ακόμα και για τα φώτα βρήκες τηλεκοντρόλ-
στη προσπάθειά σου να μειώσεις στο ελάχιστο τη σωματική και πνευματική σου δραστηριότητα.
και τα κατάφερες!
ναι μάλιστα τα κατάφερες.
μπράβο σου λοιπόν!
τώρα πατάς ένα κουμπί και τα φώτα ανοίγουν, πατάς ένα άλλο και τα φώτα σβήνουν.

είσαι ευτυχισμένος;

ΜΑ ΦΥΣΙΚΑ, απαντάς χωρίς κανένα απολύτως δισταγμό.

κάθε καινούργιο σου απόκτημα χαράζει όλο και πιο βαθιά
εκείνο το αμφιλεγόμενο χαμόγελο στη μάσκα σου.
θυμίζεις νοσταλγό κάποιας χαμένης εφηβείας
που αγοράζει τα κομμάτια που θαρρείς πως θα τη φέρουν ξανά κοντά σου.

βράδιασε

λες μια γλυκιά καληνύχτα στους θησαυρούς σου και κινείς για το κρεβάτι.
κοιμάσαι .
μα ούτε ένα όνειρο δε βλέπεις το βράδυ!
λες και αυτή η ικανότητά σου χάθηκε
-έτσι απλά- 
θάφτηκε κάτω από τα ᾽᾽πολύτιμα αγαθά´´
ξυπνάς από τον βαρετό ύπνο σου και νεκρός ακόμα σέρνεσαι μέχρι το καθρέφτη.
αντικρίζεις κάποιο πρόσωπο που μάλλον αναγνωρίζεις.
ξεπλένεις τη γύμνια σου με καυτό νερό.
(αποφεύγεις κάθε απότομο και επώδυνο ξύπνημα)
ανοίγεις το συρτάρι, διαλέγεις το σημερινό σου χαμόγελο
και το ράβεις αριστοτεχνικά στη χιλιοφορεμένη μάσκα σου.

είσαι ευτυχισμένος; 
 
ΝΑΙ! θα απαντήσεις ξανά και θα εξαφανιστείς
από τον τόπο του εγκλήματος.

μα ένα μονάχα να ξέρεις ξένε.
μια στιγμή αρκούσε για να είσαι ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΣ.
μια ματιά κάτω από το μαξιλάρι αρκούσε... 

25 Μαρτίου 2013

Kαταγγελια - Μηνυση 17 κρατουμενων Φυλακων Λαρισας



ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ 
Διαλέγουμε τον δρόμο να φτάσουμε σε σας, μέσα από τα μέσα ενημέρωσης,
 επειδή πνίγουν την φωνή μας,
Καρφώνουν την αλήθεια στο σταυρό της σκοπιμότητας και της ψευτιάς. 
Διαστρεβλώνουν γεγονότα και καταστάσεις. 
Εμείς, οι κρατούμενοι στις Φυλακές Λάρισας που υπογράφουμε το κείμενο αυτό, υψώνουμε τη φωνή μας
Επειδή βρισκόμαστε σε καθεστώς νόμιμης άμυνας απέναντι στην κρατική βία και δηλώνουμε ανυπακοή σαν μοναδικό μέσο να σκύψουν οι αρμόδιοι επιτέλους στο πρόβλημα, να δουν την πραγματική κατάσταση μέσα στις φυλακές, σ' αυτά τα σύγχρονα καθαρτήρια ψυχών και κρεματόρια ανθρωπίνων υπάρξεων αντί να αλληλολιβανίζονται και να συγχαίρουν εαυτούς και αλλήλους. 
  Σεβόμενοι τον εαυτό μας, σαν άνθρωπο και αξία όπως ορίζει το Σύνταγμα και οι Νόμοι του κράτους και βιώνοντας καθημερινά το πλέον απάνθρωπο και βαριά εγκληματικό πρόσωπο της ανάλγητης εξουσίας, ζώντας σε καταστάσεις που δημιουργούν συνθήκες κινδύνου ζωής και προϋποθέσεις εξέγερσης με απρόβλεπτες συνέπειες για την ζωή μας
ΚΑΤΑΓΓΕΛΟΥΜΕ ΚΑΙ ΜΗΝΎΟΥΜΕ
Τον εκπρόσωπο της Δικαστικής εξουσίας μέσα στις Φυλακές Λάρισας που ανέλαβε την Διεύθυνσή της, Αντεισαγγελέα Εφετών, Κοσμίδη καθώς και τον Εκπρόσωπο των Δυνάμεων Αστυνομικής Καταστολής γιατί με την παρουσία τους και την άσκηση πίεσης υιοθετούν και στηρίζουν τις παραβάσεις του συνόλου του Σωφρονιστικού Κώδικα που αφορούν την υγεία και την ασφάλεια των κρατουμένων ενώ τάχα διαπιστώνουν κάποιες παραβάσεις δευτερεύουσας σημασίας, διατάξεων. Σαν άλλοι Φαρισαίοι που διυλίζουν τον κώνωπα και καταπίνουν την κάμηλον. 
 ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΝΩΤΕΡΩ ΛΟΓΟΥΣ
Εγκαλούμε τον Εισαγγελέα και τον Αστυνομικό Διευθυντή για παράβαση καθήκοντος, κατάχρηση εξουσίας, έκθεση σε κίνδυνο ζωής και βασανισμό κρατουμένων και ζητάμε την παραδειγματική τιμωρία τους καθώς και των πολιτικών προϊσταμένων των για ηθική αυτουργία στις πράξεις αυτές. Γιατί σε δόξα της εγκληματικής πολιτικής αντί να προασπίζουν δικαιώματα και αξίες δημιούργησαν με την ανοχή τους συνθήκες διαβίωσης που ούτε τα ζώα μπορούν να αντέξουν. 
Έχουμε δικαίωμα στην ζωή και την υγεία. Έχουμε δικαίωμα να υπάρχει γιατρός. Έχουμε δικαίωμα να μην στοιβάζονται οι κρατούμενοι ο ένας πάνω στον άλλο. Υπάρχουν κρατούμενοι που πραγματικά λιμοκτονούν, φυματικοί, οροθετικοί που είναι εγκαταλελειμμένοι και περιμένουν τον θάνατο για λύτρωση. 
Στεφανάκος Βασίλης του Κυριάκου
Ρουπέτης Βασίλης του Φώτη
Θώδης Ιωάννης του Χρήστου
Πυλαρινός Γεώργιος του Αναστασίου
Αρπαζούρι Μωχαμεντ του Αλι
Γιαννακάκης Δημήτρης του Χρήστου
Μπάμπης Θεμιστοκής του Βασιλείου
Κορδέκης Λευτέρης του Γεωργίου
Καραχάλιος Σταύρος του Αγγέλου
Καλαμιώτης Γιώργος του Κωνσταντίνου
Λούτζης Ιωάννης
Κολούτος Αναστάσιος του Πέτρου
Κολούτος Δημήτριος του Πέτρου
Φιλιόγλου Απόστολος
Κωνσταντακόπουλος Μανώλης του Παναγιώτη
Μαζεν Μπατις του Αβελαντιρ
Βακερ Ατναν του Βακερ

17 Μαρτίου 2013

αν θέλετε να ψάξετε
το πτώμα
που κείται ενθάδε
Άδικα θα κοπιάσετε.
Διότι πτώμα δεν υπάρχει,
το πτώμα σας την έσκασε
και πήγε βόλτα.

Νικόλας Άσιμος (1949 - 1988) 

Αναζητὠντας Κροκανθρώπους






                                  θα ερθω να σε βρω

15 Μαρτίου 2013


Ναὶ ἀγαπημένη μου,
ἐμεῖς γι᾿ αὐτὰ τὰ λίγα κι ἁπλὰ πράγματα πολεμᾶμε
γιὰ νὰ μποροῦμε νά ῾χουμε μία πόρτα, ἕν᾿ ἄστρο, ἕνα σκαμνὶ
ἕνα χαρούμενο δρόμο τὸ πρωὶ
ἕνα ἤρεμο ὄνειρο τὸ βράδι.
Γιὰ νά ῾χουμε ἕναν ἔρωτα ποὺ νὰ μὴ μᾶς τὸν λερώνουν
ἕνα τραγούδι ποὺ νὰ μποροῦμε νὰ τραγουδᾶμε

Ὅμως αὐτοὶ σπᾶνε τὶς πόρτες μας
πατᾶνε πάνω στὸν ἔρωτά μας.
Πρὶν ποῦμε τὸ τραγούδι μας
μᾶς σκοτώνουν.

Μᾶς φοβοῦνται καὶ μᾶς σκοτώνουν.
Φοβοῦνται τὸν οὐρανὸ ποὺ κοιτάζουμε
φοβοῦνται τὸ πεζούλι ποὺ ἀκουμπᾶμε
φοβοῦνται τὸ ἀδράχτι τῆς μητέρας μας καὶ τὸ ἀλφαβητάρι τοῦ παιδιοῦ μας
φοβοῦνται τὰ χέρια σου ποὺ ξέρουν νὰ ἀγγαλιάζουν τόσο τρυφερὰ
καὶ νὰ μοχτοῦν τόσο ἀντρίκια
φοβοῦνται τὰ λόγια ποὺ λέμε οἱ δυό μας μὲ φωνὴ χαμηλωμένη
φοβοῦνται τὰ λόγια ποὺ θὰ λέμε αὔριο ὅλοι μαζὶ
μᾶς φοβοῦνται, ἀγάπη μου, καὶ ὅταν μᾶς σκοτώνουν
νεκροὺς μᾶς φοβοῦνται πιὸ πολύ.


Τάσος Λειβαδίτης

Αυτή η φωτογραφία δεν λέει να μου φύγει από το μυαλό…




… απ’ όταν την πρωτοαντίκρυσα, πριν αρκετό καιρό, στο οπισθόφυλλο του βιβλίου “Η Σκιά της Σκιάς” (εκδ. Άγρας, 1996), ενός πολιτικο-αστυνομικού μυθιστορήματος του Πάκο Ιγκνάσιο Ταΐμπο ΙΙ, που η υπόθεσή του εκτυλίσσεται στο μετεπαναστατικό Μεξικό του ’22.
Ο εικονιζόμενος τύπος είναι ο Φορτίνο Σαμάνο, υπολοχαγός του Ζαπάτα, αγνώστων λοιπών στοιχείων πέραν του γεγονότος ότι αυτή η στιγμή είναι η τελευταία του! Σε λίγα δευτερόλεπταεκτελέστηκε από τον Ομοσπονδιακό στρατό! Η φωτογραφία, που τραβήχτηκε από το φακό τουAgustin Victor-Casasola το 1917, τον απεικονίζει να καπνίζει το τελευταίο πούρο του μπροστά ακριβώς από τον τοίχο της εκτέλεσης, ελάχιστα πριν ακουστεί το μοιραίο “Πυρ!“.

Από την πρώτη στιγμή που είδα τη φωτογραφία “κόλλησα”. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ο τύπος με τη μάγκικη στάση αναμετριόταν εκείνη τη στιγμή με τον επικείμενο θάνατό του! Αυτό το ύφος του “έζησα όπως γούσταρα” και “παίξαμε και χάσαμε” μου έχει καρφωθεί στο μυαλό έκτοτε. Αναρωτιέμαι αν μπορεί ένας άνθρωπος σημερινός, “μεταμοντέρνος”, να συμβιβαστεί με το μοιραίο με τον τρόπο που το αποτύπωσε η φωτογραφία, μπροστά σε έναν από τους τόσους “τοίχους της Καισαριανής”, που σημάδεψαν με βαθύ κόκκινο την ιστορία του περασμένου αιώνα. Ο θάνατος, ακόμα και από γηρατειά, έχει εξοβελιστεί στις αποστειρωμένες αίθουσες των νοσοκομείων και στα δωματιάκια των οίκων ευγηρίας για να καμωνόμαστε σαν στρουθοκάμηλοι ότι δεν υπάρχει. Πόσο μάλλον ο θάνατος για έναν “Ζαπάτα”, για έναν σκοπό. Καθαρή ανοησία και οπισθοδρομική τρέλλα!
Αναρωτιέμαι, ο “πάντα ωραίος“, “πάντα νέος“, ο “να περνάς καλά” και “να είσαι ο εαυτός σου” τηλεοπτικός άνθρωπος που έχει κατακυριεύσει το πετσί μας, θα μπορούσε ποτέ να σταθεί μπροστά στην κάνη που θα του έπαιρνε τη ζωή, με τον τρόπο που στάθηκε αυτός ο Φορτίνο απ’ το Μεξικό, 90 χρόνια πριν; Αυτός ο άγνωστος μαγκίτης που φρόντισε να συγκεντρώσει όλη του την αγωνία για το αναπόφευκτο τέλος μόνο στον τρόπο που δάγκωνε το αγαπημένο του πούρο: “Τελειώνετε ρε κοπρίτες. Τραβάτε τη σκανδάλη!“…
(Κατανοώ απόλυτα τι “κόλλημα” έφαγε ο Θ. Παπακωνσταντίνου για να του αφιερώσει πέρυσι το τραγούδι “Σαμάνος”…)





Ο Φορτίνο Σαμάνο καπνίζει και σκέφτεται:
“Είμαι ότι δεν έζησα, είμαι η βροχή που θα ‘ρθει
να δροσίσει άγνωστων γυναικών το κορμί.
Βράδυ στα κρεβάτια τους πως στενάζουν ξαναμμένες
ποιος Σαμάνος έφερε τούτη τη βροχή…”
Ο στρατιώτης με τ’όπλο σημαδεύει και σκέφτεται:
“Με μια κίνηση απλή θα του κλέψω ότι έχει ζήσει
είμαι ένας μικρός θεός, είμαι ένα στοιχιό.
Πάνω από το αίμα του αύριο εδώ την ίδια ώρα
ερπετά θα σέρνονται όπως κάνω κι εγώ…”
Το τελευταίο τσιγάρο κι εκείνο σκέφτεται:
“Θα γίνω γέλιο να κρυφτώ σε παιδιά που ξεφαντώνουν
ο καιρός θα χάνεται ώσπου κάποιο απ’αυτά
θα φωνάξει “Λιμπερτά!” κι όπως θα κοιτάει τις κάνες
θα βρεθώ στα χείλη του σαν τσιγάρο ξανά…”

parallhlografos

14 Μαρτίου 2013















κραυγάζεις, ουρλιάζεις
η φωνή σου συνταράσσει και την πιο αδιάφορη ύπαρξη
αναζητάς κάτι,
ψάχνεις απεγνωσμένα για εκείνο που κανείς δε γνωρίζει
κανείς δε μπορεί να προφέρει 
αλλά όλοι χρειάζονται

η ψυχή σου ασφυκτιά φυλακισμένη
στην ταυτότητα που της φορέσανε
τρέχεις, σκοντάφτεις, σηκώνεσαι, τρέχεις

τρέχεις ξανά και ξανα 
στον άξονα ενός κύκλου που μοιάζει να στερείται
τέλους και αρχής

φοβάσαι
φοβάσαι το άγνωστο ακόμα και όταν φοράει
την γοητευτική του φορεσιά
είναι πάντοτε λουσμένο με φόβο

ένας μετα τον άλλο οι περαστικοί
σου φωνάζουν
 ΜΗ ΖΗΤΑΣ ΤΟ ΑΚΑΤΟΡΘΩΤΟ
ΜΗΝ ΟΝΕΙΡΕΥΕΣΑΙ
ΣΥΜΒΙΒΑΣΟΥ

δεν τους ακούς
ευτιχώς δεν τους ακούς
η ανάγκη να το βρείς
σε απομακρύνει απο τους δειλούς

να προσέχεις!

11 Μαρτίου 2013

9η μέρα δημιουργίας του κόσμου





Τα πάντα έχουν ήδη δημιουργηθεί. Παντού επικρατεί μια γλυκιά ηρεμία.Ο πάγκος της δημιουργίας είναι γεμάτος από άχρηστα απομεινάρια υλικών που περίσσεψαν. 

Καθισμένοι γύρω από τον πάγκο o Μεγαλοδύναμος και οι συνεργάτες του απολαμβάνουν την πληρότητα της Δημιουργίας.
Ειδικοί και παρατρεχάμενοι δημιουργημένοι και αυτοί μόλις πριν από δύο ήμερες εκθειάζουν την τελειότητα του έργου της ομάδας.

Όμως όπως συνήθως συμβαίνει η δόξα και η αλαζονεία της δύναμης δεν σταματάει. Έτσι ο Μεγαλοδύναμος προκειμένου να εντυπωσιάσει για άλλη μια φορά και να καθορίσει τους ρόλους εξηγεί ότι και με αυτά τα απομεινάρια των σκουπιδιών μπορεί να δημιουργήσει το τελευταίο του έργο.

Γονατιστοί δοξάζουν όταν έκθαμβοι βλέπουν το απίστευτο να ζωντανεύει μια νέα ύπαρξη της οποίας ειρωνικά ψιθυρίζουν το όνομα της : Η ΤΕΛΕΙΑ ΜΗΧΑΝΗ (Είναι αυτό που σήμερα όλοι οι παγκοσμιοποιημένη λένε PERFECT MACHINE).


Ο Χρόνος, έννοια δύσκολη σχεδόν ακατανόητη, το μόνο που ξέρουμε είναι ότι προχωράει ανεξάρτητα της θέλησης μας.Σε μία προσπάθεια να αντιληφθούμε αρχίσαμε την μέτρηση του... λεπτά, ώρες, χρόνια, αιώνες και σιγά σιγά καταλάβαμε ότι το δυσκολότερο κομμάτι του είναι εκείνο της ζωής μας, αυτό που κλήθηκε να αντιμετωπίσει το καινούργιο δημιούργημα.
Διέψευσε όλες τις προβλέψεις και επιβιώνει ακόμη και σήμερα με πολλές δυσκολίες και αυτό γιατί πρώτη φορά έπρεπε η σκέψη να φιλοξενεί και να οδηγεί ένα άχρηστο σώμα. Ακολούθησε δρόμους δύσβατους γεμάτους αδιέξοδες ισορροπίες.Έζησε, πόνεσε, αγάπησε, δημιούργησε, κατέστρεψε, έψαξε, βρήκε, έχασε...........

γέλασε γιατί ένιωσε ότι όλες οι θεωρίες του χρωστάνε την ύπαρξη τους.

 


mondo eterno

Ζώντας από μέσα τη δίκη Κασιδιάρη


Είναι ευρέως γνωστό πλέον ότι από εκεί που συζητάγαμε ένα σενάριο επιστημονικής φαντασίας για την περίπτωση να γίνει η ΧΑ κυβέρνηση, φτάσαμε στο σημείο η κυβέρνηση να γίνει Χρυσή Αυγή στην προσπάθεια να επαναπατρίσει τα χαμένα παιδιά της «λαϊκής δεξιάς». Μετά από το φιάσκο της προχθεσινής δίκης Κασιδιάρη δε, οι αμφιβολίες τελείωσαν. Ένας άνθρωπος που είχε την ατυχία να ζήσει αυτή την 7χρονη ζοφερή ιστορία απ' την αρχή της μας έστειλε το παρακάτω κείμενο. Παρακαλούμε με τη σειρά σας να το κοινοποιήσετε. ~ Luben Crew


Είσαι μεταπτυχιακός φοιτητής.
Βρίσκεσαι στο πανεπιστήμιο.
Ένα αυτοκίνητο σταματάει σε ένα σημείο που βρίσκεσαι μόνος.
Πέντε φουσκωτοί ξυρισμένοι με ρόπαλα σε τσακίζουν στο ξύλο και σε μαχαιρώνουν στο πόδι.
Σου κλέβουν την ταυτότητα για να ξέρουν τη διεύθυνσή σου.
Μόνο κριτήριο για την πράξη τους, η εμφάνισή σου.
Αποφασίζεις να νικήσεις τον τρόμο και να αντιδράσεις.
Μαθαίνεις ότι κάποιος έχει συγκρατήσει τον αριθμό του αυτοκινήτου.
Καταθέτεις μήνυση.
Η αστυνομία ανακαλύπτει ότι το αυτοκίνητο ανήκει σε έναν “Κασιδιάρη”, υποψήφιο βουλευτή της Χρυσής Αυγής του 0,5%.
Τραβιέσαι 7 χρόνια στα δικαστήρια από αναβολή σε αναβολή.
Στη διάρκεια αυτών των χρόνων, βλέπεις τον τραμπούκο που σε μαχαίρωσε να γίνεται βουλευτής.
Τον βλέπεις να ανάγεται σε λαϊκός ήρωας σε μια μερίδα κόσμου.
Τη μέρα της δίκης πρέπει να καταθέσεις την τραυματική σου εμπειρία μπροστά σε ένα κοινό, γεμάτο με χρυσαυγίτες.
Ζητάς να γίνει η δίκη σε άλλη αίθουσα. Το αίτημα απορρίπτεται.
Καθώς περιγράφεις τη σκηνή της επίθεσης, το εχθρικό κοινό σε χλευάζει και σε κοροϊδεύει.
Ο ενορχηστρωτής της επίθεσης, ο άνθρωπος που σε προηγούμενες αναβολές της δίκης στους διαδρόμους σου κόλλαγε μαγκιές, τώρα σαν μητέρα Τερέζα δηλώνει “συμπαθών” και “καταδικάζει τη βία, όπως και όλη η Χρυσή Αυγή”.
Ειρωνεία.
Βγαίνει πανηγυρικά αθώος.
Σου τρίβει την απόφαση στη μούρη, είναι παντοδύναμοι, είναι κυρίαρχοι.
Έμαθες το μάθημά σου. “Μην ανακατεύεσαι – μη μιλάς – είσαι χαμένος από χέρι”

Είσαι 60 χρονών.
Υπηρετείς μια ζωή το πανεπιστήμιο.
Ο άντρας σου μπαινοβγαίνει για χημειοθεραπείες.
Βλέπεις 5 φουσκωτούς να χτυπάνε έναν φοιτητή μέσα στο πανεπιστήμιο.
Συγκρατείς την πινακίδα του αυτοκινήτου.
Ψάχνεις να βρεις τι έγινε. Φοιτητές που βρίσκονται εκεί γύρω δηλώνουν “δεν είδα, δεν ξέρω, μη με ανακατεύετε”
Αναφέρεις το περιστατικό στη σύγκλητο, και καταθέτεις στην αστυνομία την πινακίδα μαζί με το θύμα της επίθεσης.
Μετά από μέρες ο αστυνομικός σε ενημερώνει ότι το αυτοκίνητο ανήκει σε έναν “Κασιδιάρη” που είναι μέλος της νεοναζιστικής συμμορίας. Σου προτείνει να μην ανακατευτείς. (Θα αποδειχτεί ότι έχει δίκιο)
Ξέρεις ότι θα περάσεις μια ψυχοφθόρα διαδικασία, ξέρεις ότι μπλέκεσαι σε μια υπόθεση που μπορεί να βάλει σε κίνδυνο τη ζωή σου, αλλά αποφασίζεις να κάνεις το σωστό, ανεξαρτήτως κόστους.
Μαθαίνεις από την τηλεόραση ότι είσαι “μεγαλοστέλεχος του Σύριζα” ενώ δεν ήσουν ποτέ μέλος οποιουδήποτε κόμματος.
Ο Κασιδιάρης σε αποκαλεί “ρουφιάνα” στα κανάλια υποστηρίζοντας ότι είσαι σε εντεταλμένη υπηρεσία.
Δηλώνει ότι είσαι κι εσύ κατηγορούμενη, χωρίς να αναφέρει ότι είσαι κατηγορούμενη γιατί σου έχει κάνει ο ίδιος μήνυση για ψευδομαρτυρία.
Σέρνεσαι 7 χρόνια στα δικαστήρια με αναβολές.
Καταθέτεις αυτά που είδες.
Ο φιλοναζί δικηγόρος σε προσβάλλει και αφήνει να εννοηθεί ότι στα 60 σου χρόνια αποφάσισες να εμπλέξεις σε μια άσχετη υπόθεση έναν παντελώς άγνωστο τότε άνθρωπο, για πολιτικούς λόγους.
Ο εισαγγελέας κι ο δικαστής αφήνουν τον δικηγόρο να σε προσβάλλει και να σου μιλάει σαν να είσαι εγκληματίας. Αντιμετωπίζουν τελείως αδιάφορα τη μαρτυρία σου.
Μια δημοσιογράφος με καρφάκια, δηλώνει ότι πολύ εύκολα θα μπορούσες να βρεις τον αριθμό του αυτοκινήτου από το Ιndymedia. Δεν ήξερες καν την ύπαρξη του Indymedia.
Κρίνεσαι αναξιόπιστη μάρτυρας, αντίθετα με τους φίλους του κατηγορούμενου που δηλώνουν ότι τον είδαν το πρωί με το αυτοκίνητο, που κρίνονται πιο αξιόπιστοι παρόλο που δεν προσκομίστηκε καμία απόδειξη ότι όντως το αυτοκίνητο ήταν αλλού.
Η δίκη τελείωσε. Αθώος.
Τώρα είσαι εσύ κατηγορούμενη για ψευδομαρτυρία. Στα 67 σου χρόνια. Ο γολγοθάς συνεχίζεται και πλέον η δικαστική απόφαση βαραίνει εναντίον σου.
Το πρώτο θέμα δημοσιεύει το όνομά σου και η φωτογραφία σου κυκλοφορεί σε νεοναζιστικά site με αηδιαστικά σχόλια από κάτω.
Αυτό κέρδισες από την καλή σου πράξη λοιπόν.
Τώρα έμαθες το μάθημά σου. “Μην ανακατεύεσαι – μη μιλάς – είσαι χαμένος από χέρι”

Είσαι τραμπούκος σε νεοναζιστική οργάνωση.
Γράφεις ύμνους για τον Χίτλερ στο επίσημο περιοδικό της.
Καταφέρνεις να γίνεις το δεξί χέρι του μεγάλου φύρερ.
Βγαίνεις παγανιά με το αυτοκίνητο σου και τραμπουκίζεις κόσμο.
Κάποιος από αυτούς τόλμησε να σου κάνει μήνυση.
Τώρα πια είσαι βουλευτής.
Πλακώνοντας στο ξύλο μια 50χρονη γυναίκα και αποφεύγοντας το αυτόφωρο για 2 μέρες καταφέρνεις να γίνεις λαϊκός ήρωας και πολιτικός αστέρας.
Όταν μετά από 7 χρόνια δεν μπορείς πλέον να πάρεις άλλη αναβολή, πας στο δικαστήριο.
Έχεις φροντίσει 100 φουσκωτοί να πιάσουν όλες τις θέσεις της αίθουσας 2 ώρες πριν ξεκινήσει η δίκη.
Ενώ το αυτοκίνητό σου ήταν leasing και υποτίθεται ότι το'χες σε πάρκινγκ και ενώ η εταιρεία σου ζητούσε τις αποδείξεις από τα έξοδά σου, δεν έχεις καμία απόδειξη να παρουσιάσεις στο δικαστήριο.
Ο δικαστής κι ο εισαγγελέας σου μιλούν με το “σεις” και με το “σας”. Ουδέποτε ακούγεται η λέξη “κατηγορούμενος”.
Ο εισαγγελέας προτείνει αθώωση. Είναι φανερό ότι πρόκειται για σκευωρία της αριστεράς.
Ο Πρόεδρος συμφωνεί. Αν ήθελε ας διαφωνούσε εκεί μέσα.
Τους τρίβεις στη μούρη την απόφαση. Είσαι παντοδύναμος. Είσαι κυρίαρχος.
Τώρα έμαθαν το μάθημά τους. “Μην ανακατεύεσαι – μη μιλάς – είσαι χαμένος από χέρι”

10 Μαρτίου 2013


Επέστρεψαν οι Αγανακτισμένοι - 10 Μαρτίου B'


Στὴν Ἑλλάδα σήμερα

Σβησμένη φλόγα, ποὺ πάντα καίει
Σκέπασμα τάφου χωρὶς νεκρούς.
Μάτια κλαμένα ποὺ κοιτᾶνε
Σκέψεις κρυμμένες σὲ
Προσκαλοῦν.
Πίστη κι ἐλπίδα χαροπαλεύουν
Πνεῦμα κι ἀλήθεια στὶς φυλακές.
Ἅγιες προσπάθειες ναυαγισμένες
Φωνὲς ἀνθρώπων σὲ προσκαλοῦν.
Σπόρος ὀργῆς πέφτει στὸ χῶμα
Μήνυμα πάλης τρέφει φτερά
Σπίθα φεγγίζει μέσ᾿ στὸ σκοτάδι
Νέοι ἀγῶνες σὲ προσκαλοῦν.

Αλέκος Παναγούλης

Χρήστος Βακαλόπουλος: Χούντα και αντίσταση πήγαν μαζί και συνεχίζουν..




Δεν είμαστε πια οι ίδιοι άνθρωποι που μεγαλώσαμε μαζί στο γυμνάσιο στη διάρκεια της δικτατορίας. Μαζευτήκαμε τότε γύρω από ένα συγκρότημα ροκ, τους Peppers και αργότερα Ρέμπελους, που πρόλαβαν να παίξουν σε μερικές συναυλίες και να βγάλουν ένα δίσκο σαράντα πέντε στροφών στην εταιρεία Zodiac, λίγο πριν διαλυθούν μέσα σ’ αυτή την παρεξήγηση που ονομάσθηκε μεταπολίτευση. Πίσω μας είχαμε έναν κόσμο ουσιώδους αφέλειας που δεν τον ξαναβρήκαμε ποτέ, παρ’ όλο που τα πρώτα χρόνια της χούντας συνέχιζε ακόμα να υπάρχει – οι άνθρωποι έβγαζαν καρέκλες στους δρόμους της Κυψέλης, οι θερινοί κινηματογράφοι γέμιζαν στις ταράτσες, στα πάρτυ όλοι ντρεπόντουσαν με την άνεσή τους. Όμως αυτός ο κόσμος άρχισε να εξαφανίζεται σε όφελος της τηλεόρασης, των ντισκοτέκ και του φαινομενικού αντίβαρού τους, της αμφισβήτησης.

Μπήκαμε στη δικτατορία μικρά παιδιά που δεν ήξεραν να ερωτεύονται και να ντρέπονται, να ελπίζουν και να χαίρονται, και βγήκαμε από εκεί κάτι κουρασμένα παλληκάρια ασχέτως ηλικίας, υποψιασμένοι για τα πάντα, έτοιμοι να αναλύσουν το παραμικρό, ανίκανοι να ψωνισθούμε με κάτι, στρατιώτες ενός μέλλοντος που ερχόταν με σιγουριά αλλά δεν φάνηκε ποτέ, ενός μετά που μας έχει αρπάξει από το λαιμό και δε λέει να μας αφήσει ήσυχους ούτε δευτερόλεπτο. Εφτά ολόκληρα χρόνια μαθαίναμε ο ένας τον άλλο να περιφρονεί τον τόπο του και να θαυμάζει ένα μυθικό τόπο, αποτελούμενο από συγκροτήματα ροκ, φοιτητικές εξεγέρσεις, ξεσπάσματα της κραιπάλης, ελεύθερες σχέσεις, πρίγκηπες της παρακμής, χιλιάδες παιδικές χαρές για μεγάλους.
Μάθαμε να περιμένουμε κάτι και ξεμάθαμε να βλέπουμε τι γινόταν γύρω μας. Την ώρα που ο Παττακός εκτελούσε το εθνοσωτήριο έργο του μαζεύοντας γόπες στην οδό Πατησίων και ο Καράγιωργας έχανε το χέρι του ώστε να γίνει αργότερα υπουργός ο Κατσιφάρας, εμείς φανταζόμαστε τη ζωή σαν ένα σόλο του Τζίμι Χέντριξ ή μια ροχάλα του Κον Μπεντίτ.
Την ίδια στιγμή η Ελλάδα έπαιρνε την όψη της οδού Αχαρνών αλλά αυτό δεν μας ένοιαζε καθόλου, η Ελλάδα δεν υπήρχε για μας, όπως δεν υπήρχε και για όλους αυτούς τους αντιστασιακούς που ήρθαν αργότερα από το εξωτερικό μ’ αυτό το κουρασμένο-ύφος-του-ανθρώπου-που-ένοιωσε-τα-πάντα-στο-πετσί-του, την Ελλάδα τη χαρίζαμε στους χουντικούς μαζί με το δημοτικό τραγούδι. Εμείς οι ίδιοι, στρατιώτες του μέλλοντος, βάλαμε ένα χεράκι ώστε να την κρύψουμε για πάντα από τους εαυτούς μας και σχεδόν την τελειώσαμε μέσα μας.
Από την 21η Απριλίου και μετά η ελληνική κοινωνία εγκατέλειψε τον εαυτό της και δεν γύρισε πίσω ποτέ. Μέχρι τότε ήξερε να ζει και να πεθαίνει, να ερωτεύεται και να ματώνει, γνώριζε όλες αυτές τις εντάσεις που τις σάρωσε η χούντα, η τηλεόραση, η αντίσταση στη χούντα, η αντίσταση στην τηλεόραση, η κατανάλωση, η αντίσταση στην κατανάλωση, ο Νίκος Μαστοράκης, τα συγκροτήματα ροκ ως αντίσταση στον Νίκο Μαστοράκη.
Χούντα και αντίσταση πήγαν μαζί και συνεχίζουν να πηγαίνουν μαζί κι εκείνο που χάθηκε είναι ο ρυθμός της καθημερινής ζωής που συνδεόταν πάντα σ’ αυτόν τον τόπο με τους αιώνες, αυτούς τους φτωχούς αιώνες που τους αφήσαμε πίσω για πάντα δημιουργώντας συγκροτήματα ροκ, συγκροτήματα ελεύθερων σχέσεων, συγκροτήματα πολιτιστικών συλλόγων, συγκροτήματα πλήξης, συγκροτήματα γκρίνιας FM stereo.
Οι άνθρωποι δεν βγάζουν πια καρέκλες στους δρόμους, οι θερινοί κινηματογράφοι γκρεμίζονται, στα πάρτυ δεν ντρέπεται κανείς, η καχυποψία έχει εγκατασταθεί παντού, πολύ ωραία τα καταφέραμε. Οι Ρέμπελοι διαλύθηκαν τη στιγμή που ο Καραμανλής πάτησε το πόδι του στην Αθήνα, τα μέλη τους πήγαν να σπουδάσουν στο εξωτερικό. Εγώ έμεινα πίσω και νοιώθω πολύ αμήχανος όταν τους βλέπω – νομίζω άλλωστε ότι και σ’ αυτούς συμβαίνει το ίδιο.
Δεν είμαστε πια ο εαυτός μας και το ξέρουμε. Όλοι μας φτιάξαμε ένα συγκρότημα στη διάρκεια της δικτατορίας και τώρα το διαλύουμε συνεχώς, γιατί αυτό που επιθυμήσαμε – η μυθική ευρωπαϊκή παιδική χαρά – αποδείχθηκε εξ ίσου ξενέρωτο με τη χουντική αντιαισθητική πραγματικότητα.
Οι συνταγματάρχες, αυτοί οι «κακοί του καφενείου» που πήραν την εξουσία, μας οδήγησαν στο στρατόπεδο της καχυποψίας, μας έχωσαν μέσα στην ιδεολογία από την οποία δεν βγήκαμε ποτέ, ακόμη και σήμερα που ιδεολογία μας είναι η διαφήμιση.
Αν είναι να ξανακάνουμε κάποιο συγκρότημα, πρέπει να τα έχουμε υπ’ όψη μας όλα αυτά και να επιστρέψουμε πίσω, όχι με σημαίες και γελοία ταμπούρλα, να γυρίσουμε πίσω μέσα μας, χωρίς να το πούμε σε κανέναν. Διαφορετικά, πρέπει να μείνουμε αμήχανοι όπως είμαστε, αποφεύγοντας την πολλή παρέα.

(Χρήστος Βακαλόπουλος, Η 21η Απριλίου κι Εμείς, Περιοδικό Ιστός 5, Πάσχα 1992
)
πηγήhttp://tvxs.gr

07 Μαρτίου 2013

Κι ὅταν κάποτε θὰ πρέπει νὰ διδάξεις


Κι ὅταν κάποτε θὰ πρέπει νὰ διδάξειςγιατὶ προσμένει νὰ τοῦ πεῖς, ἕνα παιδί,
ἢ γιατὶ ὁ ξένος σου
μπαίνει στῆς λάμπας σου τὸν κύκλο
σκοτεινιασμένος ἀπ᾿ τὴν ἄχνα τοῦ βραδιοῦ,
ἢ ποὺ τὸ βῆμα σου κάποτε ξαστοχᾶ
κι᾿ ὡσότου ξαναφέξει
πρέπει κι᾿ ἐσὺ σὲ φίλους νὰ σταθεῖς
ἢ ποὺ ἕνας φίλος περασμένος, ποὺ φοβᾶται
πὼς κλονίζεται ἡ φιλία πού ῾χε ἀρχίσει στὰ τυφλὰ
ἀπαιτώντας ἀπὸ σένα νὰ τοῦ γράψεις -
τότε πρέπει στὸν ἑαυτό σου νὰ τὸ πεῖς συνειδητὰ
τί σημαίνει «νὰ διδάσκεις»:
Μὲ λόγια ποὺ βαθιά σου τὰ γνωρίζεις
ἑκούσια νὰ πεῖς: ὑπάρχω ἐγώ.
Κι᾿ ἀκόμη πιὸ πολὺ
διδάσκω δὲν θὰ πεῖ: σὲ κάποιον
γιὰ τὴν σύμπτωση νὰ λὲς τῶν ἐποχῶν
πῶς συμβαίνει καὶ γιατί·
διδάσκω θὰ πεῖ: Γιὰ τὸν Ἕνα νὰ ρωτήσεις τὸν καθένα
ποὺ τοῦ μοιάζει στὴ σιωπή...

Ράινερ Μαρία Ρίλκε 

06 Μαρτίου 2013

Commandante Chavez .... για πάντα παρών





Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν΄αγωνίζεσαι για την ειρήνη και
για το δίκαιο.
Θα βγείς στους δρόμους, θα φωνάξεις, τα χείλια σου θα
ματώσουν απ΄τις φωνές
το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες – μα ούτε βήμα πίσω.
Κάθε κραυγή σου μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων
Κάθε χειρονομία σου σα να γκρεμίζει την αδικία.
Και πρόσεξε: μη ξεχαστείς ούτε στιγμή.
Έτσι λίγο να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια
αφήνεις χιλιάδες παιδιά να κομματιάζονται την ώρα που παίζουν ανύποπτα στις
πολιτείες
μια στιγμή αν κοιτάξεις το ηλιοβασίλεμα
αύριο οι άνθρωποι θα χάνουνται στη νύχτα του πολέμου
έτσι και σταματήσεις μια στιγμή να ονειρευτείς
εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη κάτω από τις οβίδες.
Δεν έχεις καιρό
δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί ν΄αφήσεις τη μάνα σου, την αγαπημένη
ή το παιδί σου.
Δε θα διστάσεις.
Θ΄απαρνηθείς τη λάμπα σου και το ψωμί σου
Θ΄απαρνηθείς τη βραδινή ξεκούραση στο σπιτικό κατώφλι
για τον τραχύ δρόμο που πάει στο αύριο.
Μπροστά σε τίποτα δε θα δειλιάσεις κι ούτε θα φοβηθείς.
Το ξέρω, είναι όμορφο ν΄ακούς μια φυσαρμόνικα το βράδυ,
να κοιτάς έν΄ άστρο, να ονειρεύεσαι
είναι όμορφο σκυμένος πάνω απ΄το κόκκινο στόμα της αγάπης σου
Να την ακούς να σου λέει τα όνειρα της για το μέλλον.
Μα εσύ πρέπει να τ΄αποχαιρετήσεις όλ΄αυτά και να ξεκινήσεις
γιατί εσύ είσαι υπεύθυνος για όλες τις φυσαρμόνικες του κόσμου,
για όλα τ΄άστρα, για όλες τις λάμπες και
για όλα τα όνειρα
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί να σε κλείσουν φυλακή για είκοσι ή
και περισσότερα χρόνια
μα εσύ και μες στη φυλακή θα θυμάσαι πάντοτε την άνοιξη,
τη μάνα σου και τον κόσμο.
Εσύ και μες απ΄ το τετραγωνικό μέτρο του κελλιού σου
θα συνεχίσεις τον δρόμο σου πάνω στη γη .
Κι΄ όταν μες στην απέραντη σιωπή, τη νύχτα
θα χτυπάς τον τοίχο του κελλιού σου με το δάχτυλο
απ΄τ΄άλλο μέρος του τοίχου θα σου απαντάει η Ισπανία.
Εσύ, κι ας βλέπεις να περνάν τα χρόνια σου και ν΄ ασπρίζουν
τα μαλλιά σου
δε θα γερνάς.
Εσύ και μες στη φυλακή κάθε πρωί θα ξημερώνεσαι πιο νέος
Αφού όλο και νέοι αγώνες θ΄ αρχίζουνε στον κόσμο
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος




Τάσος Λειβαδίτης 

Ελένη Βιτάλη - Κιβωτός


Γεννήθηκα με ένα γιατί
μες την καρδιά κρυμμένο
ποιους μάγκες εξυπερετώ
ποιοι μ' έχουν κουρδισμένο

Με φέρανε και μου 'πανε
ποτέ μιλιά μη βγάλω
πως είναι που γεννήθηκα
προνόμιο μεγάλο

Είμαι εξάρτημα εγώ της μηχανής σας...

02 Μαρτίου 2013


Ξέρεις δεν έχω κανέναν άλλο να με αγαπάει πέρα από σένα ποιητικό φεγγάρι μου.

Κάποτε βλέπεις προσπάθησα να αντιστρέψω τα νοήματα των λέξεων για να μπορέσω να επιβιώσω. Όταν κάποιος με έβριζε εγώ άκουγα τα λόγια του σα γλυκιά παρηγοριά και χαμογελούσα. Όταν κάποιος αργότερα με έστελνε στο διάολο, εγώ έβλεπα τα χείλη του να σχηματίζουν το σαγαπώ. Εκείνο το σαγαπώ που με την απουσία του  στέγνωνε και στεγνώνει τη ζωή μου. Όταν πάλι με κοίταζαν με οίκτο και λύπηση εγώ μετέφραζα τη ματιά τους ως συμπόνοια και αμέσως ζητούσα από εσένα φεγγάρι μου συντροφιά. Και ας ήσουν μισό. Δε με ένοιαζε -αν και πάντα γνώριζα καλά τι λείπει-.

Ποτέ δεν αντίκρισα το φεγγάρι ολόγιομο. Πάντα του έκλεβαν ένα κομμάτι του ποτέ μικρότερο πότε μεγαλύτερο και εγώ έψαχνα απεγνωσμένα το γιατί. Έψαχνα μα κανένας δεν ήταν σε θέση να μου απαντήσει. Άνθρωποι στρουθοκάμηλοι, κρύβουν βιαστικά οτιδήποτε μεμπτό κάτω από το ευγενές χαλί της ηθικής τους. Ως πότε; Ως πότε σας ρωτώ ως πότε; Απαντήστε μου τουλάχιστον εσείς.!

Φεγγάρι μου δε με ακούνε! Ποτέ τους δε με άκουσαν. Κανένα μας δεν άκουσαν. Μας προσπερνάνε σφραγίζοντας τα μάτια και τη καρδία τους απέναντι σε εμάς - τους απόκληρους της ζωής-, όπως θέλησαν να μας ονομάσουν κάποιοι. Φεγγάρι μου είσαι πλέον ο μοναδικός μου φίλος, η ματιά σου με καθησυχάζει κάθε φορά που αναλογίζομαι το αύριο, το φως σου με κοιμίζει τις δύσκολες νύχτες και γλυκαίνει τη θύμηση εκείνων των ψυχών που κάποιοι αποφάσισαν να διώξουν από αυτό το πλανήτη.

Μα φεγγάρι μου, είναι στιγμές που σα σε θωρώ σε συναντώ θλιμμένο. Ξέρω πως αν σε αφήνανε ουράνια δάκρυα θα χάραζαν το πρόσωπό σου, γιατί σ᾽άφησαν μισό. Κλέψανε την αγάπη και σου χάρισαν στιγμές μίσους και δακρύων. 
Μα εσύ δεν κλαις. Όχι δε κλαις.
 Ω αιώνιε παρατηρητή γελάς! Ναι γελάς. Μπορώ ακόμα και ας σ´αφήσανε μισό να διακρίνω το μειδίαμα σου. Χλευάζεις τη ηλιθιότητα μας και με το δίκιο σου.
 Μα φεγγάρι μου απορώ πως αιώνες τώρα αντέχεις στη θωριά τέτοιας βλακείας.
Απορώ μα σε θαυμάζω γιατί εγώ άλλο δεν αντέχω. Κουράστηκα. Με κούρασαν οι άνθρωποι.
Δεν αντέχω το μίσος άλλο πια. Σταμάτησα από καιρό να καταλαβαίνω τους ανθρώπους. Έχω δει τόσους θανάτους, έχω αντιμετωπίσει τόση βια που πια δε συγκινούμε. Και είναι ότι πιο σκληρό και απάνθρωπο να συνειδητοποιείς πως χάνονται σίγα σιγά τα συναισθήματα σου και μεταλλάσσεσαι σε κάτι που δεν αναγνωρίζεις ούτε εσύ ούτε εκείνοι που συνήθιζαν να σε γνωρίζουν.


Μα γιατί γελιέμαι.
Έχασα τον τελευταίο μου σύντροφο  τρεις μέρες πριν. Έχασε τη ισορροπία του και έπεσε στις γραμμές του τρένου, αυτά διαδίδει ο τύπος. Το ανθρωποκυνηγητό από τους εκπροσώπους του νόμου αποσιωπήθηκε φυσικά.


Είμαι μόνη μου πια.
Βρίσκομαι σε κάποιο κέντρο κράτησης και αδυνατώ να σε αντικρίσω φεγγάρι μου.
Και είναι άδικο συνταξιδιώτη μου είναι πολύ άδικο.
Γιατί ξέρω, σήμερα ξέρω πως είσαι και πάλι γεμάτο, είσαι και πάλι ολόκληρο.

απόσπασμα απο ᾽Όταν το κατάλαβα, σε είδα᾽(ένας διάλογος μιας μετανάστριας με το φεγγάρι)




  Τελευταίο μπλουζ , 
για να διαβαστεί κάποια μέρα  

Ήταν μόνο ένα φλέρτ,
το 'ξερες αυτό -
κάποιος πληγώθηκε
εδώ και καιρό.

Όλα είναι ίδια
κι ο χρόνος διαβαίνει -
Μια μέρα γεννιέσαι,
μια μέρα πεθαίνεις.

Eδώ και καιρό
κάποιος πέθανε -
κάποιος προσπάθησε,
μα δεν έμαθε. 


Τσέζαρε Παβέζε