Σελίδες

16 Ιουλίου 2013

ο λευκός ήλιος

θυμήσου! κάποτε είχες ένα όνειρο!
θυμάμαι ακόμα εκείνο το πρωινό που έλαμπαν τα μάτια σου καθώς το εξιστορούσες.
σπινθηροβόλα μάτια. μάρτυρες μιας ευτυχίας αλλιώτικης.
μάτια που μόλις αντίκρισαν τη πραγματικότητα δεν άντεξαν.
και τώρα αντί να κοιτούν απ' έξω αγναντεύουν αντίθετα.

είδα ένα όνειρο! μου είπες.
είχε χρώματα!
το ξέρω πως τα όνειρα δεν έχουν χρώματα. μη με κοιτάς έτσι!
σε παρακαλώ. αποκρίθηκες.
το όνειρο μου είχε χρώματα.
και ας επιμένουν οι παντογνώστες επιστήμονες.
το όνειρο μου είχε χρώματα.
γιατί ήταν το δικό μου όνειρο!
 ήταν γεμάτο χρώματα. έντονα χρώματα.
άλλα ήταν πιο θερμά και άλλα πιο ψυχρά.
πουθενά δεν κρύωνα.

περπατούσα. περπατούσα ώρες ολόκληρες.
πέρασα μέσα από το κόκκινο δάσος με τα μπλε λουλούδια.
πέρασα μέσα από τα μοβ σοκάκια με τα κίτρινα φώτα.
περπατούσα χωρίς σταματημό.
μου άρεσε αυτός ο καινούργιος κόσμος.

ήταν ένας κόσμος κομμένος και ραμμένος στα μέτρα μας,
ο οποίος όμως την ίδια στιγμή κατέρριπτε κάθε όριο.

συνέχισα να περπατάω.
μέχρι που πέρασα τους κίτρινους και πορτοκαλί λόφους.
όταν πέρασα το μπλε φαράγγι αντίκρισα τον λευκό ήλιο.
από το πιο κοντινό σημείο που θα μπορούσα να βρίσκομαι.
τέτοιο ήλιο δεν είχα αντικρίσει άλλοτε.
ένα φως εξωπραγματικό.
λες και σου χάριζε με μιας τη ζεστασιά του κόσμου ολάκερου.

έφυγα.
έτρεξα να βρω τους ανθρώπους.
όπου και αν ζούσαν θα τους έβρισκα.
έπρεπε να μοιραστώ αυτή τη ζέστη.
έτρεξα.
πέρασα από τόπους μαγικούς.
πέρασα από τόπους ονειρεμένους.
και τελικά τα κατάφερα και έφτασα.

οι άνθρωποι γύρω μου χαμογελούσαν.
τα μάτια τους έλαμπαν.
καθρεφτίζοντας την ίδια ζεστασιά που ο λευκός ήλιος 
μοίραζε απλόχερα.
δε τους είπα τίποτα.
δε χρειαζόταν.
αγκαλιαστήκαμε.

όλοι γνώριζαν.
κανείς δε κόμπαζε.
όλοι ζούσαν ακριβώς έτσι όπως πάντα ονειρεύοντα
ν.

έζησαν όλοι μαζί...
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου